Ιωάννινα, 4/7/2016
“Όλα όσα έπρεπε να έχουμε κάνει από το 2005 και μετά για την φέτα και δεν κάναμε”
Τοποθέτηση του βουλευτή Ιωαννίνων Γιάννη Καραγιάννη, στην συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, στις 30-06-2016, με θέμα ημερήσιας διάταξης την ενημέρωση της επιτροπής από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Ευάγγελο Αποστόλου για την προστασία και κατοχύρωση των Γεωγραφικών Ενδείξεων στις συμφωνίες της χώρας μας με τρίτες χώρες:
“Ψύχραιμα, αντικειμενικά και με την απαραίτητη αυτοκριτική, θα πρέπει να απαντήσουμε στο κύριο ερώτημα: τι κάναμε εμείς, ως χώρα, από το 2005 και μετά για να προστατεύσουμε το εθνικό μας αυτό προϊόν τόσο στην εσωτερική όσο και στη διεθνή αγορά;
Τι κάναμε για να προστατεύσουμε το ΠΟΠ και την γεωγραφική ένδειξη της φέτας, που ως γνωστόν παράγεται αποκλειστικά από αιγο-πρόβιο γάλα, σε αναλογία περίπου 30-70, έχει συγκεκριμένο χρόνο ωρίμανσης, απαιτούνται 4 κιλά γάλα για 1 κιλό τυρί και η ποιότητα της εξαρτάται τόσο από τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής, όσο και από την εξαιρετική ποιότητα του γάλακτος που οφείλεται στις ντόπιες φυλές προβάτων και στην χλωρίδα της ελληνικής φύσης με τα 5.000 φυτά.
Κάναμε κάτι για να αναδείξουμε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν απόλυτα την φέτα από όλα τα άλλα, κυκλοφορούντα ανά τον κόσμο, λευκά τυριά;
Κάναμε κάτι να σταματήσουμε την ετήσια μείωση κατά 10% της αιγο-προβατοτροφίας από το 2010 και την μείωση κατά 3.500 τόνους της παραγωγής φέτας, μόνο την περίοδο 2011-2013;
Κάναμε κάτι να προστατεύσουμε την ναυαρχίδα των ελληνικών τυριών στη διεθνή αγορά, στην οποία η ζήτηση ξεπερνάει τους 500.000 τόνους το χρόνο και καλύπτεται κυρίως από παντός τύπου λευκά τυριά διαφόρων χωρών, με την ελληνική παραγωγή να ανέρχεται στους 95.000 τόνους, εκ’ των οποίων εξάγονται οι 43.000;
Κάναμε κάτι για να βελτιώσουμε την τρίτη θέση που κατέχουμε στην ΕΕ στην παραγωγή τυριών, μετά την Γαλλία και την Ιταλία, με 20 ΠΟΠ σε σύνολο 125 και κορυφαίο την φέτα;
Τι κάναμε λοιπόν διαχρονικά για αυτό το προϊόν; Η απάντηση: μια τρύπα στο νερό! Δυστυχώς δεν κάναμε απολύτως τίποτε και έχουμε τεράστιες ευθύνες που δεν μπορέσαμε να στηρίξουμε το εθνικό μας προϊόν και κατ’ επέκταση την ελληνική κτηνοτροφία.
Ας σταματήσουμε λοιπόν τα κροκοδείλια δάκρυα, την επίρριψη ευθυνών σε τρίτους, τα αναθέματα στις όποιες συμφωνίες και να δούμε τι δεν κάναμε που έπρεπε να κάνουμε και τι πρέπει να κάνουμε από εδώ και πέρα:
- Χάραξη εθνικής στρατηγικής για το προϊόν με όλα τα χαρακτηριστικά που προανέφερα και με ιδιαίτερη βαρύτητα στις ντόπιες φυλές, την γεννητική τους βελτίωση, την στήριξη της ελληνικής κτηνοτροφίας και την εξασφάλιση πρωτεϊνούχων κτηνοτροφικών φυτών για υψηλής ποιότητας σιτηρέσιο των ζώων. Δεν μπορεί με ξένες φυλές προβάτων και με σόγια να κάνουμε λόγο για ελληνική παραγωγή, για ΠΟΠ, ΠΓΕ και παραδοσιακά προϊόντα!
- Δημιουργία διεπαγγελματικής της φέτας, στα πρότυπα της ιταλικής παρμεζάνας και του γαλλικού ροκφόρ, για πλήρη διαφοροποίηση με τα άλλα λευκά τυριά, κυρίως αγελαδινά και την εξασφάλιση προστιθέμενης αξίας του προϊόντος.
- Αυστηροί έλεγχοι στις εισαγωγές γάλακτος που προορίζονται για παραγωγή τυριών και αυστηροί έλεγχοι στις μονάδες παραγωγής φέτας για χρήση αγελαδινού γάλακτος, σκόνης και διάφορων “βελτιωτικών” που αλλάζουν την σχέση 4 προς 1 για μείωση του κόστους παραγωγής. Δεν γίνεται να πωλείται “φέτα” από ελληνικές εταιρείες στην τιμή των 4,50 και λιγότερο ευρώ το κιλό χοντρική, συμπεριλαμβανομένου και του μεταφορικού κόστους, στην αγορά της Γερμανίας. Αυτό το τυρί δεν είναι φέτα και δημιουργεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για τους συνεπείς παραγωγούς!
- Σύνδεση του τουριστικού μας προϊόντος με την πρωτογενή παραγωγή, τον πολιτισμό και την ελληνική γαστρονομία σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Αλήθεια, πόσες μονάδες εστίασης, ξενοδοχεία και catering χρησιμοποιούν αυθεντική φέτα στα προσφερόμενα μενού; Έχει ελεγχθεί ποτέ η αλόγιστη χρήση λευκών τυριών, κυρίως εισαγωγής, στις μονάδες αυτές; Η χειρότερη δε υπηρεσία που προσφέρουν, είναι η διαμόρφωση συγκεκριμένης καταναλωτικής συμπεριφοράς που δυσκολεύει την διείσδυση της γνήσιας φέτας στις χώρες των τουριστών. Όταν ο τουρίστας μάθει στην Ελλάδα το λευκό αγελαδινό τυρί, πως θα πλησιάσει την αυθεντική φέτα; Και αυτό το βλέπουμε όταν κάνουμε προωθητικές ενέργειες στα Σ/Μ του εξωτερικού.
- Στα 20 χρόνια επαγγελματικής εμπειρίας, με ελληνικά τρόφιμα και ποτά στις διεθνείς αγορές, δεν θυμάμαι κανένα σοβαρό, αξιόπιστο και στοχευμένο πρόγραμμα προώθησης και προβολής της φέτας στις αγορές-στόχους των ελληνικών τροφίμων και ποτών. Όπως δεν θυμάμαι και καμιά μήνυση εμπορικού μας ακολούθου σε εταιρείες διαφόρων χωρών που παράνομα και καταχρηστικά κυκλοφορούσαν τα λευκά τους τυριά με την ένδειξη φέτα, αλλά και με ελληνικά τοπωνύμια και συσκευασίες που “θυμίζανε” Ελλάδα. Χωρίς σύγχρονες, εθνικές δομές εξωστρέφειας και με παροπλισμένη οικονομική διπλωματία (δίχως κίνητρα, προϋπολογισμό και δικής της γραμματεία) πως θα στηρίξουμε τα προϊόντα μας στις διεθνείς αγορές;
Η περίπτωση της φέτας άπτεται του συνολικού ζητήματος της αγροτικής ανασυγκρότησης της χώρας και της θέσης της στην ευρωπαϊκή αγορά. Η ανάγκη στήριξης της εθνικής παραγωγής, των εθνικών μας προϊόντων, της αυτάρκειας και των προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας είναι μονόδρομος. Η σχέση γεωργίας-κτηνοτροφίας 70-30 έπρεπε να είχε ήδη ανατραπεί για να προχωρήσουμε στην ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας και να σταματήσουμε τις ενισχύσεις σε μη ανταγωνιστικές καλλιέργειες και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις. Η νέα ΚΑΠ προσφέρει ευκαιρίες, το ζητούμενο είναι τι κάνουμε εμείς!”