Ιωάννινα, 20/12/2016
“Αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με στόχο τη βελτίωση της αυτάρκειας και την παραγωγή επώνυμων ποιοτικών προϊόντων”
Ο βουλευτής Ιωαννίνων Γιάννης Καραγιάννης, σε συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής με θέμα την ενημέρωση της επιτροπής από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ανέφερε κατά την τοποθέτησή του τα εξής:
“Η εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής τα τελευταία τριάντα χρόνια είχε καταστροφικές συνέπειες για την ελληνική γεωργία, λόγω του καθεστώτος των επιδοτήσεων. Οι αγρότες εγκατέλειψαν τις παραδοσιακές καλλιέργειες και στράφηκαν στα επιδοτούμενα προϊόντα, με αποτέλεσμα τις αθρόες εισαγωγές αμφιβόλου ποιότητας γεωργικών προϊόντων, στα οποία η χώρα μας είχε στο παρελθόν υψηλό ποσοστό αυτάρκειας (όσπρια, μαλακό σιτάρι, ξηροί καρποί, κλπ).
Η ίδια πολιτική ακολουθήθηκε και στα κτηνοτροφικά φυτά, που αντικαταστάθηκαν από την εισαγόμενη σόγια, βασική σήμερα ζωοτροφή. Παράλληλα, η χώρα μας παρουσιάζεται σήμερα ελλειμματική και στα κυριότερα κτηνοτροφικά προϊόντα: εισάγουμε το 65% του αγελαδινού γάλακτος, το 90% του βόειου κρέατος, το 65% του χοιρινού κρέατος και το 25% των πουλερικών. Οι εισαγωγές ξεπερνούν τα 2,5 δις ευρώ το χρόνο, με ότι αυτό συνεπάγεται στο εμπορικό μας ισοζύγιο.
Αυτό που έχει συμβεί στη χώρα μας τα τελευταία τριάντα χρόνια δεν έχει προηγούμενο στην αγροτική οικονομία και την πρωτογενή παραγωγή: κατασπατάληση ευρωπαϊκών πόρων, συνεταιριστικό φαγοπότι, επενδύσεις χαμηλής τεχνολογίας, εσωστρέφεια, πολιτικός στρουθοκαμηλισμός, έλλειψη καινοτομίας, προστασία στα ασύδοτα αγροτικά βιλαέτια.
Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με στόχο την βελτίωση της αυτάρκειας και την παραγωγή επώνυμων προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας και ποιότητας είναι μονόδρομος. Η ανασυγκρότηση της πρωτογενούς παραγωγής, βασικού πυλώνα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, ασφαλώς και δεν μπορεί να γίνει με ιδεοληπτικά σύνδρομα, εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου και χωρίς σύγχρονους συνεταιρισμούς.
Απαραίτητη είναι τόσο η χάραξη εθνικής στρατηγικής για τα εθνικά μας προϊόντα (φέτα, ελαιόλαδο, κλπ), όσο και η εκπόνηση περιφερειακών σχεδίων για την ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της κάθε περιφέρειας (τοπικά προϊόντα). Η σύνδεση της πρωτογενούς παραγωγής με το τουριστικό προϊόν και την ελληνική γαστρονομία, αποτελεί επίσης αναπτυξιακό στόχο με μακροχρόνια προοπτική.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ σε τέσσερα σοβαρά ζητήματα που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης:
- στην εντατικοποίηση των ελέγχων για τις παράνομες ελληνοποιήσεις προϊόντων διατροφής
- στην εφαρμογή της ενσωματωμένης στο νομικό μας πλαίσιο Κοινοτικής Οδηγίας, που αφορά τους χρόνους πληρωμής των παραγωγών νωπών προϊόντων από τις μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου
- στην αναδιάρθρωση συνεταιριστικών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας
- στη διευθέτηση των δανείων με εγγύηση δημοσίου που δόθηκαν σε πτηνοτρόφους πριν από δέκα χρόνια, για να αντιμετωπίσουν προβλήματα που είχαν προκύψει με τη διάθεση των προϊόντων τους λόγω της γρίπης των πουλερικών.”